Καιρός να δούμε στα μάτια την αλήθεια
για ό,τι συνέβη τότε στη μακρινή την Κρήτη
στου Μίνωα το βασίλειο, που την Αθήνα είχε
με κατάρα πολύχρονη γερά δεμένη...
Ο Θησέας στον σκοτεινό λαβύρινθο
βρήκε τον Μινώταυρο μα δε τον σκότωσε
αντίθετα, ο γιος του Αιγαία έπεσε απ΄ το τέρας
που ακολουθώντας το κουβάρι
έξω στο κόσμο βγήκε με του Θησέα τη μορφή
(δε τον αναγνώρισε κανείς
η λύπη -μαύρη πεταλούδα-
πέταξε απ΄ το στήθος των ταμμένων νέων
που ξέσπασαν σε αναφιλητά λυτρωτικά
οι ναύτες ζητωκραύγασαν, ετοίμασαν γιορτή
με σφάγια, με κόκκινα κρασιά
κι η Αριάδνη σκίρτησε κρυφά από χαρά...
Μονάχα ο Αιγαίας
μονάχα εκείνος από μακριά αντικρίζοντας
κατά πώς έπλεε το πλοίο
κατάλαβε το φοβερό το μυστικό
και έπεσε απ΄ τον βράχο)
Από τότε, στον άδειο θρόνο κάθεται ο Μινώταυρος
έξω στο κόσμο βγήκε με του Θησέα τη μορφή
(δε τον αναγνώρισε κανείς
η λύπη -μαύρη πεταλούδα-
πέταξε απ΄ το στήθος των ταμμένων νέων
που ξέσπασαν σε αναφιλητά λυτρωτικά
οι ναύτες ζητωκραύγασαν, ετοίμασαν γιορτή
με σφάγια, με κόκκινα κρασιά
κι η Αριάδνη σκίρτησε κρυφά από χαρά...
Μονάχα ο Αιγαίας
μονάχα εκείνος από μακριά αντικρίζοντας
κατά πώς έπλεε το πλοίο
κατάλαβε το φοβερό το μυστικό
και έπεσε απ΄ τον βράχο)
Από τότε, στον άδειο θρόνο κάθεται ο Μινώταυρος
κι όψεις αλλάζοντας, τη δόλια Αθήνα κυβερνά
τη μέρα, φορώντας το στέμμα και τα μπιχλιμπίδια του
για έργα, νόμους, για πρόοδο μιλά
και το καλό των πολιτών
μα σαν η νύχτα πέσει, τον πνίγει η μάσκα
παλιές συνήθειες τον τραβούν
την πρωινή αμφίεση με ανακούφιση πετά
και ως δικαιούχος νόμιμος
τις μίζες του ηδονικά μετρά...
(1997)
τη μέρα, φορώντας το στέμμα και τα μπιχλιμπίδια του
για έργα, νόμους, για πρόοδο μιλά
και το καλό των πολιτών
μα σαν η νύχτα πέσει, τον πνίγει η μάσκα
παλιές συνήθειες τον τραβούν
την πρωινή αμφίεση με ανακούφιση πετά
και ως δικαιούχος νόμιμος
τις μίζες του ηδονικά μετρά...
(1997)